ΣΥΜΗ

ΣΥΜΗ
Νοσταλγία για το καλοκαίρι

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΙΣΤΗΣ

Οδός Πειραιώς, έξω από το BIOS, μετά την παράσταση της Όλιας Λαζαρίδου με την παρέα των «ΚαθεΣαββατιανών». Παρασκευή βράδυ. Το ταξί με κατεβασμένη τη «σημαία», περίμενε κάποιον πελάτη από το διπλανό ξενοδοχείο, που μάλλον αργούσε να εμφανιστεί.
Ο αυτοκινητιστής μάλλον αποφάσισε ότι μπορούσε να εξυπηρετήσει άλλον πελάτη ενδιάμεσα.  Ο κλήρος έπεσε σε μένα.  ‘Έτσι ξεκίνησε η διαδρομή από Πειραιώς μέχρι το Κουκάκι, γεμάτη αδρεναλίνη.  Μια διαδρομή με «γκάζια», χωρίς φρένο.
Κλείνει η πόρτα δεξιά μου. Οδηγίες για τον προορισμό. Σπινιάρισμα. Ιλιγγιώδης ταχύτητα μέχρι το φανάρι της Ιεράς Οδού.  Επανεκκίνηση πριν ανάψει το πράσινο.  Ξανά μεγάλη ταχύτητα. Φανάρι στο παλιό εργοστάσιο του Πουλόπουλου.  Στροφή αριστερά προσπερνώντας όσους ήδη περίμεναν στο φανάρι. Στροφή δεξιά στην Τριών Ιεραρχών, απότομα, κανένα φρένο.  Όποιον πάρει ο Χάρος.  Κρατώ τη χειρολαβή από τη θέση του συνοδηγού και με τα δύο χέρια. Στροφή αριστερά προς τη Δημοφώντος.  Άνοδος. Στενός δρόμος, διπλής κατεύθυνσης.  Κατεβαίνει κι άλλο αυτοκίνητο.  Απτόητος. Κανένα φρένο. Ευτυχώς σταματά ο άλλος οδηγός.
Βγαίνει σε κύριο δρόμο, κανένα φρένο. Ευτυχώς ο δρόμος είναι άδειος. Ήσυχη στιγμή. Όλοι έχουν προλάβει, έχουν παρκάρει και διασκεδάζουν στο Θησείο.
Στροφή προς τα δεξιά για Κουκάκι.  Παρκαρισμένα αυτοκίνητα και στις δυο πλευρές του δρόμου.  Ο δρόμος στενεύει.  Κανένα φρένο.
Στροφή αριστερά.  Ο δρόμος είναι ακόμα πιο στενός.  Κανένα φρένο.  Ευτυχώς το τιμόνι γυρνά έγκαιρα στη θέση του.
«Που να σας αφήσω ακριβώς?  Θα πάρετε το μετρό?» 
Άσε μας ρε φίλε!  Νόμιζα ότι ζούσα τις τελευταίες μου στιγμές.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

ΤΟ ΜΠΑΝΙΟ ΤΟΥ ΔΡΟΜΕΑ

Από καιρό μου παραπονιόταν. Τα τελευταία χρόνια είχε χάσει πια το γόητρο των πρώτων χρόνων του.

"Ούτε να με πλύνουν, δεν σκέφτηκαν", έλεγε χαρακτηριστικά.  Έδειχνε κατανόηση για τους αγχωμένους Αθηναίους που τον προσπερνούσαν με τα αυτοκίνητά τους.  Καταλάβαινε το δύσκολο πρόγραμμα των τουριστικών ξεναγήσεων που τον είχαν εξαιρέσει από τα αξιοθέατα της Αθήνας.  Δεν μπορούσε, όμως, να συγχωρέσει τους ανθρώπους που δεν ξέβγαζαν από το κορμί του τη λίγδα του καυσαερίου.

Τα βράδια μόνο. μέσα στην ανήσυχη ηρεμία της αστικής νύκτας, έκλεινε τα μάτια και σκεφτόταν τη στιγμή της νίκης του όταν έκοβε το νήμα στο τέρμα του couloir.  Τέντωνε το στήθος και έτσι, καμαρωτό, τον έβρισκε το φως της ημέρας.

Σήμερα, Τετάρτη, 17 Οκτωβρίου του 2012, κάποιος αρμόδιος έστειλε το συνεργείο να δροσίσει το κορμί του ΔΡΟΜΕΑ απέναντι από το ξενοδοχείο Χίλτον.

Ας πάρουμε όλοι κάποιες τόσο μικρές πρωτοβουλίες για την πόλη μας!

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Η ΘΕΜΙΣ ΧΑΝΕΙ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΤΗΣ

Ο ενάγων και ο εναγόμενος.  Ο εργαζόμενος και ο εργοδότης.  Ο πρώτος μεσήλικας, απεριποίητος και αξύριστος.  Και ο δεύτερος μεσήλικας, αδιάφορο ντύσιμο, αδιάφορα χαρακτηριστικά, αδιάφορη παρουσία.  Η υπόθεση διέθετε και μάρτυρα, τη Λογίστρια. Παχουλή, ζουμερή με κλασικό ταγεράκι, όπως επιβάλλει η περίσταση.
Ο εργοδότης κατηγορείται ότι δεν κατέβαλε το επίδομα γάμου στον εργαζόμενο.  Το επιχείρημα του εργοδότης και της μάρτυρος είναι ότι ο εργαζόμενος δεν είχε καταθέσει ποτέ ληξιαρχική πράξη γάμου.
Το ακροατήριο για αρκετή ώρα άκουγε επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα:  «Δεν μου έφερες».  «Σου έφερα».  «Μου είπες».  «Δεν σου είπα».  «Μου χρωστάς».  «Δεν σου χρωστώ».
Το κεφάλι της Προέδρου γυρνούσε μια δεξιά και μια αριστερά.  Νόημα δεν έβγαζε.  Δεν είχε και διάθεση να επιδείξει μονομέρεια υπέρ ή κατά του ενός ή του άλλου.  Το ύφος της έδειχνε ότι είχε αρχίσει να βαριέται.  Στο τέλος στράφηκε προς τη Λογίστρια, κρίνοντας μάλλον ότι μόνο με την κυρία θα μπορούσε να συνεννοηθεί.
«Πόσο υπολογίζετε αυτό το ποσό, κυρία μάρτυς?» ρώτησε τη Λογίστρια.
«250 ευρώ, κυρία Πρόεδρε».
«Πόσο?  Τόση ώρα μιλάμε για 250 ευρώ?»
Η υπόθεση έκλεισε.  Επόμενη υπόθεση, παρακαλώ.