ΣΥΜΗ

ΣΥΜΗ
Νοσταλγία για το καλοκαίρι

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Η ΘΕΜΙΣ ΧΑΝΕΙ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΤΗΣ

Ο ενάγων και ο εναγόμενος.  Ο εργαζόμενος και ο εργοδότης.  Ο πρώτος μεσήλικας, απεριποίητος και αξύριστος.  Και ο δεύτερος μεσήλικας, αδιάφορο ντύσιμο, αδιάφορα χαρακτηριστικά, αδιάφορη παρουσία.  Η υπόθεση διέθετε και μάρτυρα, τη Λογίστρια. Παχουλή, ζουμερή με κλασικό ταγεράκι, όπως επιβάλλει η περίσταση.
Ο εργοδότης κατηγορείται ότι δεν κατέβαλε το επίδομα γάμου στον εργαζόμενο.  Το επιχείρημα του εργοδότης και της μάρτυρος είναι ότι ο εργαζόμενος δεν είχε καταθέσει ποτέ ληξιαρχική πράξη γάμου.
Το ακροατήριο για αρκετή ώρα άκουγε επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα:  «Δεν μου έφερες».  «Σου έφερα».  «Μου είπες».  «Δεν σου είπα».  «Μου χρωστάς».  «Δεν σου χρωστώ».
Το κεφάλι της Προέδρου γυρνούσε μια δεξιά και μια αριστερά.  Νόημα δεν έβγαζε.  Δεν είχε και διάθεση να επιδείξει μονομέρεια υπέρ ή κατά του ενός ή του άλλου.  Το ύφος της έδειχνε ότι είχε αρχίσει να βαριέται.  Στο τέλος στράφηκε προς τη Λογίστρια, κρίνοντας μάλλον ότι μόνο με την κυρία θα μπορούσε να συνεννοηθεί.
«Πόσο υπολογίζετε αυτό το ποσό, κυρία μάρτυς?» ρώτησε τη Λογίστρια.
«250 ευρώ, κυρία Πρόεδρε».
«Πόσο?  Τόση ώρα μιλάμε για 250 ευρώ?»
Η υπόθεση έκλεισε.  Επόμενη υπόθεση, παρακαλώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου