ΣΥΜΗ

ΣΥΜΗ
Νοσταλγία για το καλοκαίρι

Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

OLYMPIC GAMES ATHENS 2004
(Μη με ρωτήσετε γιατί έγραψα τον τίτλο στα αγγλικά.  Έτσι μού’ρθε)
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας φαίνεται έγραψαν κάτι άσβηστο στην καρδιά μου.  Πιθανόν να χάραξαν ανεπανόρθωτα και μια παραπάνω ρυτίδα στο πρόσωπό μου.
Από εκείνη την εμπειρία, δεν μπορώ να μη θυμηθώ τις αγχώδεις προετοιμασίες για να λειτουργήσουμε τα εστιατόρια της McDonalds, να φιλοξενήσουμε και να ψυχαγωγήσουμε συναδέλφους από όλο τον κόσμο.  Την αφρόκρεμα – ως επί το πλείστον – από 35 χώρες.  Τις ιδέες που κατεβάζαμε για μετακινήσεις, σίτιση, βαρδιολόγια, ψυχαγωγία, εισιτήρια για αγώνες, συναντήσεις με αθλητές.
Και τέτοιες μέρες πάντα θυμάμαι την ομάδα.  Μια ομάδα, μια πυγμή:  Τους  senior Αλεξάνδρα, Κλεομένης, Σάββας (αλφαβητικά) και τους junior (επίσης αλφαβητικά) Αγγελική, Κλαίρη, Κώστας Τσ, Μαρία Ρ, Παναγιώτης Χ, Στέλιος, μαζί με πολλούς άλλους (εντάξει δεν θα γράψω εκατοντάδες ονόματα) Μλάντεν, Κωνσταντίνος Α, Θεοδώρα, Βασίλης Β, Άννα Π, Άκης, Μαριλένα Π. και άλλους και άλλους και άλλους. Μαζί θυμάμαι και τους ανθρώπους που εκείνες τις μέρες μας βοήθησαν σαν συνάδελφοι και φίλοι:  Rita J, Joelle Br, Steve C, Cheryl έστω κι αν έφτασαν καθυστερημένα, όταν πια ό,τι έπρεπε να έχει προετοιμαστεί σε μια τόσο απαιτητική κατάσταση, ήταν ήδη έτοιμο.
Όμως η στιγμή που ταυτίστηκε νοσταλγικά με την εμπειρία μου από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, ήταν η λαμπαδηδρομία ανάμεσα στους ελαιώνες της Άμφισσας.  Θυμάμαι τον ενθουσιασμό των δικών μας ανθρώπων που ήρθαν να μας καμαρώσουν.  Ακόμα θυμάμαι το πρόσωπο του ανθρώπου που με συνόδευσε τιμητικά στην πορεία μου με τη φλόγα και τη σιγουριά που μου πρόσφερε, αν χρειαζόμουν κάτι.  Η ψυχή μου γεμάτη περηφάνια – ίσως για πρώτη και τελευταία φορά – έδωσε φτερά στα πόδια μου που μπορούσαν να τρέχουν για πολλές ώρες ακόμα.  Πολλές φορές χαϊδεύω τη δάδα στο σαλόνι και ταξιδεύω σε εκείνες τις στιγμές.
Παρακολουθώντας την έναρξη των φετινών αγώνων, έκανα πάλι την αναδρομή.   Άθελα τη συνέκρινα με την εναρκτήρια τελετή των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.  Δακρύζω στη σκέψη των μεγαλείων που πέρασε η Ελλάδα.  Θλίβομαι όταν σκοτώνουμε μόνοι μας κάθε μας προσπάθεια μόλις σβήσουν τα φώτα της δημοσιότητας ή μόλις μετακινηθούμε στο σκοτάδι.  Κακός σύντροφος το σκοτάδι, εκεί όπου έχουν μάθει να κινούνται οι καιροσκόποι, οι τσαρλατάνοι, οι μικροαπατεώνες και οι . . . . . . .  κατσαρίδες.
Θα μπορούσαμε να ζούμε σε μια διαφορετική Ελλάδα που μπορεί αλλά μάλλον δεν θέλει.

Υ.Γ.:  Κάτι παιγνίδια που παίζει η μοίρα!  Η εταιρία είχε εξασφαλίσει τις θέσεις στη λαμπαδηδρομία από την Coca-Cola!

Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

ΠΩΛΗΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ

ΠΩΛΗΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ
Οι τροχοί του αυτοκινήτου κυλούν στην καυτή άσφαλτο.  Οι λαμαρίνες ζεματάνε.  Ευτυχώς μέσα στο αυτοκίνητο, η δροσιά από το air condition συντροφεύει το ταξίδι του.  Δεξιά κι αριστερά εκατοντάδες άλλα αυτοκίνητα με μικρότερες ή μεγαλύτερες ταχύτητες.  Από αριστερά, τον προσπερνούν κάποιοι με ιλιγγιώδη ταχύτητα.  Αυτός, «ο δικός μας», τρέχει με 120 χιλιόμετρα.  Η εθνική οδός, καθημερινή, ώρα 11:30, του δίνει τη δυνατότητα για ήρεμη οδήγηση.
Οι πελάτες τον περιμένουν στην επαρχία.  Ο προορισμός του σήμερα είναι η Τρίπολη.  Αύριο θα πεταχτεί και στη Σπάρτη.  Η αγορά είναι πεσμένη αλλά αυτός έχει μεγάλη επιμονή.  Αν δεν κλείσει παραγγελία δέκα χιλιάδων, μπορεί να κλείσει παραγγελία πέντε χιλιάδων.  Μάζευε κι ας είν’και ρόγες!  Αν μείνει σπίτι ή πηγαινοέρχεται στην εταιρία, δεν θα κλείσει τίποτα.
Αυτό το ταξίδι, όμως, είναι διαφορετικό από τα άλλα.  Έχει υποσχεθεί στον εαυτό του στιγμές ξεκούρασης.  Μην ακούς μόνο τα αρνητικά.  Η κρίση έχει και τα καλά της.  Λιγότεροι πελάτες σημαίνει περισσότερος ελεύθερος χρόνος.  Όταν τελειώσει από τη δουλειά, δεν θα γυρίσει αμέσως στην Αθήνα, θα ξεκλέψει ένα βράδυ να μείνει στο Γύθειο.  Τό’πε και στη γυναίκα του.  Βερμούδες, ένα πρόχειρο μπλουζάκι και σαγιονάρες, ο εξοπλισμός για ένα χαλαρό βράδυ με το φίλο του τον Παρτσινέβελο, από το στρατό.  Ένιωσε γαλήνη με την κατανόηση της γυναίκας του.  «Να πας, να πας, τόσες φορές σου’ χει πει ο άνθρωπος.  Φτάνεις ως εκεί και δεν κάνεις λίγα χιλιόμετρα παραπάνω να τον δεις.  Πάρε και το μαγιό.  Δεν ξέρεις, μπορεί να προλάβεις να κάνεις και καμιά βουτιά».
Μαγιό δεν πήρε, πήρε όμως τον αισιόδοξο δεύτερο εαυτό του.  Αυτόν που τον στηρίζει στα δύσκολα.  Αυτόν που τον κτυπά με αγάπη στον ώμο κάθε φορά και του λέει «Έλα, θα τα καταφέρεις, μην το βάζεις κάτω».
Η εθνική οδός άδειασε ξαφνικά.  Οι καθρέφτες του έδειχναν τη μοναχικότητά του.  Τα χιλιόμετρα τον έφτασαν στο Αρτεμίσιο.  Έσβησε το air condition και άνοιξε τα παράθυρα.  Τα τζιτζίκια ξεφώνιζαν μέσα από τις κρυψώνες του δάσους.  Προτίμησε τον συνδυασμό ζέστης και τζιτζικο-φωνής, αφήνοντας τα παράθυρα ανοιχτά.  Ιδρωμένη πλάτη, χάδι ήλιου στο αριστερό μπράτσο του οδηγού.
Οι πελάτες στην Τρίπολη τον περίμεναν μαγκωμένοι.  Οι πελάτες στη Σπάρτη προτίμησαν να του μιλήσουν για τις ελιές και το λάδι τους αντί να τον στενοχωρήσουν.  Ο απολογισμός της μέρας φτωχός.  Μετά από συζητήσεις ωρών και απανωτούς καφέδες, οι παραγγελίες που εξασφάλισε ήταν πιο πολύ αποτέλεσμα της εικοσαετούς σχέσης του με τους επαρχιώτες εμπόρους, παρά της πραγματικής ανάγκης τους να γεμίσουν το μαγαζί τους.  Για ποιον πελάτη άλλωστε?
Την ώρα που εγκατέλειπε τη Σπάρτη, ο ήλιος έκαιγε ακόμα.  Ο πρώτος καύσωνας του καλοκαιριού.  Άλλες χρονιές, καλύτερες, αυτό το ταξίδι γινόταν αρχές άνοιξης.  Οι έμποροι, εκείνες τις καλές εποχές – περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις – ετοίμαζαν το μαγαζί τους για το καλοκαίρι περιμένοντας τον ερχομό του ξένου και Έλληνα τουρίστα.  Εδώ και τρία χρόνια, σταμάτησαν να προγραμματίζουν, σταμάτησαν να ελπίζουν.
Πλησιάζει στο Γύθειο.  Ο αέρας έρχεται λίγο πιο υγρός.  Έφτασε πια στη διχάλα, αριστερά για Σκάλα, άρα εκείνος πρέπει να πάει δεξιά.  Τα μαγαζιά ανοικτά αλλά ο κόσμος είναι ήρεμος.  Θα τους αποχαύνωσε η ζεστή μέρα.  Στο τέλος του δρόμου βρίσκεται στο λιμανάκι.  Ο ήλιος κατεβαίνει σιγά-σιγά σκορπώντας πορτοκαλο-ροζ ρίγες στη θάλασσα.
Ο Παρτσινέβελος θα τον περιμένει στο «Ακρογυάλι», του είπε.  «Θα το βρεις μετά την πλατεία και αμέσως δεξιά.  Στην παραλία».
Η βραδιά κύλησε με τις ιστορίες από το φανταριλίκι,  Ξέγνοιαστα χρόνια, ούτε οικογένεια να φροντίζεις, ούτε αγωνίες για το μέλλον, ούτε δυνατότητα σκέψης.  Άδεια μυαλά.  Ακόμα και η έκρηξη από το μαγειρικό καζάνι τις μέρες της άσκησης που τραυμάτισε – ευτυχώς ελαφρά – τον μάγειρα, τους φαινόταν απλά μια μικρή περιπέτεια.  Γέλασαν με την ψυχή τους με το πάθημά τους και τη φυλακή που έφαγαν όταν παρήγγειλαν σουβλάκια στο θάλαμο ένα βράδυ αλλά τους έκαναν τσακωτούς.
Ήσυχο βράδυ με τον Παρτσινέβελο.  Τον μέθυσε η γαλήνη της επαρχιακής πόλης και το φως που έπεφτε στη θάλασσα.  Ζαλίστηκε από το ιώδιο που ανέπνευσε  και την παρουσία των αχινών.
Αυτές ήταν οι διακοπές του για φέτος:  ένας φίλος από το στρατό, πελάτες, αλληλέγγυοι, μυρωδιές επαρχίας.  Έτσι αποφάσισε να ξεπεράσει τις αγωνίες του.  Αλλιώς, μπορεί και να σου στρίψει.

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

ΑΕΝΑΩΣ COWBOY

Παρακολουθώ έναν μπόμπιρα.  Ηλικίας? Μμμμμμ, πιθανόν τριών χρόνων. Ακόμα δεν μιλά πολύ καθαρά.  Φτάνοντας στην ταβέρνα με την οικογένειά του, ξεκίνησε ένα αέναο πήγαινε-έλα καλύπτοντας την απόσταση είσοδος-σκαλάκια-τραπέζι, τραπέζι-σκαλάκια-είσοδος ξανά και ξανά και ξανά.  Στο σημείο που ανεβαίνει ή κατεβαίνει τα σκαλάκια, κοντοστέκεται, ζυγιάζει τις δυνάμεις του και με φόρα καταφέρνει τον άθλο.  Μπαίνω στο παιδικό μυαλό και το διαβάζω.
«Είμαι κάτι cowboy, γιατρός, αστροναύτης.  Είμαι πάντως ήρωας σε μια ιστορία. Στην ιστορία που ζω υπάρχει και μια δυσκολία.  Το ανέβασμα δύο ολόκληρων σκαλιών στη μια διαδρομή, κατέβασμα στην επιστροφή.  Η δυσκολία μπορεί να είναι το ανέβασμα (ή το κατέβασμα) από το άλογό μου.  Μπορεί όμως να είναι και η είσοδος (ή η έξοδος) του γιατρού από το χειρουργείο.  Μπορεί να είναι απογείωση ή η προσγείωση του διαστημόπλοιου».
ΟΜΩΣ, επειδή ο ήρωας μας είναι πολύ μικρός και οι προσλαμβάνουσες του ακόμα περιορισμένες, νομίζω ότι μάλλον βλέπει την ιστορία να εκτυλίσσεται σε ταινία κινουμένων σχεδίων με τον Λούκι Λούκ ή τον Μπομπ Σφουγγαράκη. 
Κάποια στιγμή με μπέρδεψε, όταν σταμάτησε, πάγωσε την κίνησή του, με κοίταξε στα μάτια και μου είπε:  «Καλυμμένο είναι».  Ποιο?  Αδύνατον να καταλάβω.  Γονείς, κι εσείς επιστήμονες, ανοίξτε τα βιβλία να ερμηνεύσετε τι μπορεί να είναι «καλυμμένο».  Δεν περίμενε απάντηση.  Γύρισε την πλάτη του και συνέχισε στη γνωστή διαδρομή βγάζοντας μικρούς ήχους ενθουσιασμού.
Μετά από λίγη ώρα, στο παιγνίδι προστέθηκε νέα φράση:  «Πού είναι οι γαριδούλες?»  Η επανάληψη της φράσης συνεχίστηκε για αρκετή ώρα.  Ίσως τώρα βλέπει τον εαυτό του ως ψαρά ή ταβερνιάρη.  Η τροπή στην εξέλιξη όμως είναι αναμενόμενη λόγω του χώρου που βρισκόμαστε.  Κάποιος μεγάλος από την παρέα θα έθεσε την ερώτηση και ο μικρός κόλλησε στην επανάληψη της φράσης που του έκανε εντύπωση.
Ανοίγοντας το διαδίκτυο αναζήτησα μέσα από επιστημονικούς ιστοτόπους κάποια ερμηνεία για την ανάγκη ενός παιδιού να επαναλαμβάνει το ίδιο παιγνίδι, ή ακόμα και ένα μικρό  μέρος από το ίδιο παιγνίδι.  Να επαναλαμβάνει τις ίδιες σκηνές, τα ίδια λόγια, τις ίδιες υποθέσεις, χωρίς να τα διανθίζει συνήθως. Το ίδιο γίνεται και όταν μάθει μια νέα λέξη. Η διαδικασία θεωρείται φυσιολογική και γίνεται στα πλαίσια της μάθησης και της ανάπτυξης.  Κατά τη διάρκεια του παιγνιδιού φτιάχνει μια εικόνα που την επαναλαμβάνει και τη ζει για να την κάνει κτήμα του.  Συνήθως επιλέγει κάτι που είναι αντίστοιχο των δυνάμεών του.  Με την επανάληψη το βελτιώνει.  Όταν φτάσει σε ικανοποιητικό βαθμό επιτυχίας, τότε μπορεί να αναζητήσει κάτι άλλο.  Για τους παιδοψυχολόγους αυτή η τάση είναι σημαντική και ξεκινά ακόμα και από τη βρεφική ηλικία.
Για μας το ανέμελο αυτό παιγνίδι ενός χαριτωμένου παιδιού ανάμεσά μας, συμπλήρωνε όμορφα την καλοκαιρινή νύχτα μαζί με ένα ποτήρι κρασί κι ένα ελαφρύ αεράκι να διώχνει την υγρασία.  Ήταν μια ευκαιρία να θυμηθούμε τα δικά μας παιχνίδια και να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο – όχι χωρίς κάποια μελαγχολία.


(Υ.Γ.:  Το κείμενο δεν είναι επιστημονικό και γι’ αυτό δεν προχωρά στην ανάλυση των περιπτώσεων, όπου η επανάληψη κινήσεων και δραστηριοτήτων ενός παιδιού είναι ανησυχητική και υποδηλώνει κάποια ανωμαλία).

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ ΔΥΑΡΙ ΣΤΟ ΚΟΥΚΑΚΙ

ΚΟΥΚΑΚΙ – Ενοικιάζεται δυάρι 4ου ορόφου ανακαινισμένο, ηλιόλουστο, a/c, τέντες, κοντά στον σταθμό μετρό Συγγρού-Φιξ, 300 ευρώ, πληροφ. 6945833353

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΠΟΓΕΥΜΑ








Ήμουν σταματημένη στο φανάρι, γύρισα το κεφάλι κι έτσι την πρόσεξα.  Μου τράβηξε την προσοχή γιατί χοροπηδούσε με ρυθμό στο διπλανό αυτοκίνητο, μπροστά από το τιμόνι.  Στο κόκκκινο φανάρι είχαν ελευθερωθεί τα χέρια της και κουνιόντουσαν δεξιά και αριστερά.  Η μουσική δεν ακουγόταν.  Κλειστά παράθυρα, άρα αναμμένο air condition.  Ο ρυθμός της μουσικής την είχε κυριεύσει.  Η χαρά του απογεύματος την είχε παρασύρει.  Η προσμονή του Σαββατοκύριακου την είχε συνεπάρει. Είχε δουλέψει όλη την εβδομάδα και τώρα ήταν Παρασκευή, Παρασκευή, Παρασκευή!  Οι κινήσεις το φώναζαν με χαρά, με ηδονή!
Αυτή?  Μέχρι 30 χρόνων.  Mid-twenties όπως λέμε και στην Ελλάδα.  Είχε αλλάξει το χρώμα στα μαλλιά.  Είχε κάνει γαλλικό μανικιούρ.  Κρατούσε ένα τσιγάρο γνωστής μάρκας.  Το μακιγιάζ της ήταν αρκετά έντονο αλλά όχι προκλητικό.  Φορούσε φόρεμα κλασικό, κοντομάνικο – φόρεμα «secretaire» - όπως θα περιέγραφαν οι μόδιστροι. 
Μέτρησα τα χρόνια της, πήρα μέτρα κι από τη νεανική αφέλειά της.  Ζήλεψα.  Έσβησα τη μηχανή του δικού μου αυτοκινήτου.  Πρόλαβα να σκεφτώ και άναψα alarm. Ναι, καλά το καταλάβατε:  είμασταν στο κέντρο της Αθήνας, συγκεκριμένα στο φανάρι του Χίλτον.  Ο καλοκαιρινός – αν και απογευματινός – ήλιος, έκαιγε.    Εκείνη στη δεξιά λωρίδα κι εγώ στη μεσαία (όπως ... συνήθως, πάντα).  Άνοιξα την πόρτα.  Πλησίασα το διπλανό αυτοκίνητο με τη νεαρή κοπέλα.  Της έγνεψα από το παράθυρο:  «Να μπω??»  Με ένα πελώριο χαμόγελο χωρίς να σταματήσει τον καθιστό χορό της μου έγνεψε θετικά.  ΄Εκατσα στη θέση του συνοδηγού.  Ο κόσμος και η βουή των άλλων αυτοκινήτων χάθηκε.  Νομίζω κανένας δεν κόρναρε.  Συνεχίσαμε να ακούμε μαζί το τραγούδι.
«Να ξεκινήσω?» με ρώτησε.
«Που πας?»
«Λέω να πάω για ποτάκι στην παραλία».
«Πάμε».
«Το αυτοκίνητό σας?», με ρώτησε.
«Άσ’το εδώ. Θα έρθω μετά να το πάρω».
TONIGHT WE ARE YOUNG!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!         
Έλα πάμε, φύγαμε, όλοι μαζί!
TONIGHT WE ARE YOUNG!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!