Το σκηνικό δεν είχε στηθεί
από το επιμελές συνεργείο κάποιου σκηνογράφου.
Ήταν αυθεντικό (“original”). Η μικρή εκκλησία τη Μεγάλη Παρασκευή
βρίσκεται στην πλακόστρωτη πλατειούλα ενός ήσυχου μανιάτικου χωριού. Την περικλείει ένας εγκαταλελειμμένος πύργος,
μια απειλητική φραγκοσυκιά, μια συστάδα από κυπαρίσσια και ένας ελαιώνας.
Σαν μια οικογένεια μας
λειτούργησε ένας ομορφάντρας παπάς. Ήμασταν
δεν ήμασταν εκατό παρευρισκόμενοι. Η καμπάνα κτύπησε πένθιμα. Νταν.
Η μαύρη σκυλίτσα σήκωσε το κεφάλι της κοιτώντας την καμπάνα με
απορία. Η απορία της έμεινε για λίγο
ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της μέχρι το επόμενο.
Νταν. Ξανασήκωσε το κεφάλι
κοιτώντας την καμπάνα. Ο παπάς έδωσε το
σήμα για την περιφορά του Επιταφίου με την εντολή «Μάγκες, προχωρήστε» προς τα
παπαδάκια που κρατούσαν τα εξαπτέρυγα. Πίσω στάθηκαν μια μουστακαλού και μια κοντή
ψάλτισα με βεντάλια. Τέσσερεις ψηλοί,
δυνατοί Μανιάτες κράτησαν στον ώμο τους τον Επιτάφιο. Όλοι μαζί, Μανιάτες και περαστικοί, γυρίσαμε
το χωριό κατεβαίνοντας και ανεβαίνοντας απότομα μονοπάτια.
Στη διαδρομή ακούγονταν μόνο
οι ύμνοι «Ω γλυκύ μου Έαρ», «Αι γενεαί πάσαι».
«Μπαμπάκα είσαι καλά;», ρώτησε η μικρούλα τον έναν από τους τέσσερεις
άντρες. Οι ψάλτισες ξέχασαν να ψάλουν το
«Η ζωή εν τάφω» ή μήπως εγώ είχα παρασυρθεί στη μυσταγωγία της διαφορετικής
βραδιάς;
‘Οταν ξαναγυρίσαμε στην
εκκλησία, οι εκκλησιαζόμενοι παρέμεναν στην πλατεία χωρίς να δείχνουν διάθεση
να γυρίσουν στα σπίτια τους.
Η ίδια κατάνυξη κυριάρχησε
και στην Ανάσταση, αν και ήμασταν περισσότεροι, χωρίς την εξαλλοσύνη των
βαρελότων.
Άννα Νάταρ Αννα Ναταρ Anna Natar
Ωραία περιγραφή,πιστή και φωτογραφική.Ιδιαίτερα λιτή όπως και η Μάνη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα υπάρξει και Ανάσταση?