Παρακολουθώ
τα παιδιά να παίζουν στην αλάνα. Είναι η
κατάλληλη εποχή. Χειμώνας. Τα καλοκαίρια εγκαταλείπουν τις αλάνες γιατί
προτιμούν να κάνουν διακοπές. Τότε η πόλη ερημώνει. Το ίδιο κάνουν και τις
μέρες των Χριστουγέννων και του Πάσχα που πάνε με τους γονείς στο χωριό. Αγόρια, ατίθασα, που ονειρεύονται να ήταν cowboys ή αστυνομικοί ή κλέφτες
ή τρομοκράτες ή ίσως αστροναύτες σε άλλο γαλαξία ή λίγο απ’ όλα, μέσα στα απατηλά
όνειρά τους. Ανάμεσά τους πάντα ξεπέφτει
και κάποιο κορίτσι, αγοροκόριτσο, που θέλει να πάει κόντρα στους γονείς και κόντρα
σε αυτό που απαιτεί η κοινωνία από μια γυναίκα.
Τον
τελευταίο καιρό, έχουν ξεχυθεί τα βράδια στους δρόμους της πόλης. Φωνάζουν «μπαμ, μπαμ» και κυνηγά ο ένας τον
άλλο με τα νεροπίστολα. Οι άλλοι κάνουν
«βρουμ βρουμ» και παριστάνουν ότι έχουν καβαλήσει μηχανή ή - γιατί όχι – ένα
μαύρο άτι. Τη μια στοχεύουν αόρατους
στόχους. Την άλλη σημαδεύουν τα τζάμια
του αντιπαθητικού γείτονα. Βάζουν
τρακατρούκες στην είσοδο της γλωσσούς κυρίας
για να γελάσουν με τις κραυγούλες της. Κλέβουν
μπουκάλια αναψυκτικών και μπύρας από τον μπακάλη. Γράφουν βρισιές στον τοίχο
του σχολείου. Η φαντασία οργιάζει και η αδρεναλίνη φτάνει στο ζενίθ. Βλέπουν τον εχθρό να έρχεται κατά πάνω τους και
να διαλύει την κρυψώνα τους. Το σενάριό
τους τότε λέει ότι πρέπει να επιτεθούν με ισχυρότερα όπλα. Θυμώνουν με την κοινωνία που τους πάει
κόντρα. Ο αρχηγός, αμούστακος ακόμα ο
χρυσός μου, εξηγεί στους υπόλοιπους το σχέδιο.
Τα ζωντόβολα τον παρακολουθούν την ώρα που περιγράφει που θα βρουν
ισχυρότερα όπλα, όπως πέτρες. Μη
φανταστείτε φοβερό οπλισμό. Οι πέτρες
και οι τρακατρούκες γίνονται βαρύς οπλισμός στην ονειροφαντασιά τους.
Μετά το παιγνίδι, μαζεύονται στο στέκι τους κι ανάβουν
στα κλεφτά ένα τσιγαράκι κουβεντιάζοντας συνωμοτικά για τα επιτεύγματά
τους. Ο μικρότερος μόνο ρωτά δειλά: «Δεν έπρεπε να προσφέρουμε κάτι και στην
κοινωνία σήμερα? Έπρεπε να σώσουμε τους
φτωχούς από την πείνα ή να σώσουμε το όμορφο κορίτσι από τον απαγωγέα» Οι
υπόλοιποι τον κοιτούν με απορία γιατί δεν το είχαν σκεφτεί. Δειλιάζουν, όμως, να το παραδεχτούν και τον
πιάνουν στην καζούρα. Κλείνουν ραντεβού
για την άλλη μέρα. Η παρέα διαλύεται
μέσα στα σκοτάδια αφού δώσουν όρκο σιωπής.
A α α α ! Εκανε το καθυστεριμενο
ΑπάντησηΔιαγραφήΜας πήρε ένα 24ωρο???? Έστω, κάτι είναι κι αυτό.
ΑπάντησηΔιαγραφή