Περπατούσε
γρήγορα προς την Εκκλησία της Φανερωμένης στην καρδιά της πόλης. Το κρύο τσουχτερό από την υγρασία αλλά ο
ουρανός γεμάτος αστέρια. Οι δρόμοι ήταν
γεμάτοι από τη μυρωδιά της ξυλόσομπας. Όταν
πλησίασε στην εκκλησία, είδε και άλλες γειτόνισσες να σπεύδουν προς το ναό. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων σε μια εποχή που,
ακόμα και οι αστοί, κρατούσαν τα έθιμα της ορθόδοξης Ελλάδας, κόντρα στις
συνήθειες που είχαν προσπαθήσει να φέρουν οι Άγγλοι στην Κύπρο. Σε λίγο θα ξεκινούσε η Ακολουθία των Μεγάλων
Ωρών και του Εσπερινού των Χριστουγέννων με τη Θεία Λειτουργία. Επίσημη και
κατανυκτική, όπως την περιέγραφαν ο Παπαδιαμάντης και ο Κόντογλου στην επαρχία
της μακρυνής Ελλάδας. Θα έμενε για λίγο
και μετά θα ξαναγύριζε στο σπίτι για να φάνε επίσημα με την οικογένεια. Θα τους έβαζε και μια πλάκα με
χριστουγεννιάτικα τραγούδια στο πικάπ.
Οι
τελευταίες ημέρες της ήταν δύσκολες. Τρίψιμο
ασημικών. Ξαράχνιασμα. Η κυρία Αρετή, η μοδίστρα, είχε φτιάξει καινούρια φορέματα
για΄κείνην και για τα κορίτσια. Οι κουραμπιέδες ήταν φουρνισμένοι και έτοιμοι στις
μεγάλες πιατέλες στην καλή τραπεζαρία.
Είχε αγοράσει δώρα χρήσιμα για όλους, μικρούς και μεγάλους. Η μυρωδιά από το στολισμένο χριστουγεννιάτικο
δέντρο - το μεγαλύτερο που βρήκαν στην αγορά – κυριαρχούσε σε όλο το σπίτι.
Άφησε
τελευταία την προετοιμασία για τις κυπριακές ραβιόλες, γεμιστές με χαλούμι, ανοίγοντας
φύλλο με τη χειροκίνητη μηχανή που είχε αγοράσει πρόσφατα, να είναι έτοιμες για
να βράσουν με το ζωμό της κότας. Θα τις σέρβιρε στο γιορταστικό γεύμα την ημέρα
των Χριστουγέννων με όλη την οικογένεια, τις δύο γιαγιάδες, την ξαδέρφη της με
τα πολλά παιδιά και την κουνιάδα με τον κουνιάδο της. Πρόλαβε να πάει και στο ζαχαροπλαστείο του «Hurricane» για επιπλέον γλυκά, εκτός από την τούρτα που είχε
φτιάξει για τους καλεσμένους. Είχε
αναθέσει στα παιδιά να γεμίσουν το μεγάλο μπολ με μανταρίνια και πορτοκάλια από
τον κήπο την ώρα που η γιαγιά έκοβε λουλούδια για να γεμίσουν τα βάζα.
Την
ώρα που εκείνη έμπαινε στην εκκλησία, τα παιδιά της γειτονιάς ήταν ακόμα στους
δρόμους για τα κάλαντα.
Ωραιοτατο,ποσο μου θυμησες τη μαμα. Σνιφ σνιφ !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα Χριστούγεννα της παιδικής μας ηλικίας... Ίσως τα μόνα αληθινά που είχαμε ποτέ. Πολύ όμορφο, φιλενάδα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝίνα: Εκείνα (Εκείνα) ήταν Χριστούγεννα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙσμήνη: Εν μέρει θυμίζει τη μαμά, γιατί η μαμά ΔΕΝ πήγαινε εκκλησία. Ήθελα όμως να θυμίσω στα νέα παιδιά ότι κάποτε υπήρχαν συνήθειες, έθιμα που απλά τώρα τα αγνοούν (και γενικά, τους λείπουν πολλές γνώσεις).