(ένα κείμενο γραμμένο τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο 2011 - από την Άννα Νάταρ Anna Natar)
Πρώτο καλοκαίρι που τα κινητά τηλέφωνα σίγησαν. Με «παύση πληρωμών» μας απειλούν στην τηλεόραση. «Παύση ενοχλήσεων» μου υποσχέθηκαν από τη δουλειά.
Εξαγορά μετοχών, αναδιοργάνωση και στο τέλος θα δεις την πόρτα από την έξω μεριά. Ουδέν κακόν αμιγές καλού, όμως. Θα ανοίξει ο δρόμος ο γαλάζιος, της ηρεμίας. «Μου το υπόσχεσαι?» «Θα κάνω ό τι μπορώ», μου λέει η φωνή. Ήδη όμως το κινητό έχει καταλάβει την πορεία των πραγμάτων κι έτσι δεν κτυπά, παρά μόνο για την απαραίτητη επικοινωνία. Μπήκε κι αυτό στην πορεία του γαλάζιου δρόμου. Μη μπερδεύεσαι: δεν περνώ πολιτικά μηνύματα. Περιγράφω την εικόνα του παράδεισου με τον γαλάζιο ουρανό και τα άσπρα συννεφάκια.
Αποφάσισα να δω στις εξελίξεις τη φωτεινή όψη της ζωής. Γίνομαι λοιπόν ξέγνοιαστος καβαλάρης, χωρίς τις ενοχλήσεις των τελευταίων δεκαετιών και βρέθηκα να οργώνω την Πελοπόννησο. ΄Αφησα πίσω μου την καθημερινότητα, τις έννοιες, τις αϋπνίες.
Προορισμός η λακωνική Μάνη. Γιατί? Γιατί είναι γεμάτη Ελλάδα, γιατί έχει πρόσβαση με το αυτοκίνητο, γιατί έχει πύργους, γιατί έχει πολλές παραλίες, γιατί μας έκαναν καλή προσφορά για διαμονή. Χα! Ευχαριστώ Porto Vitilo.
Δεν θα σας μιλήσω για τις ατέλειωτες ώρες που ξεχασμένη στην παραλία με ένα βιβλίο θυμάμαι να σηκωθώ μόνο για να πέσω στη θάλασσα. Δεν θα σας μιλήσω ούτε για τις αναρίθμητες ελιές που έφαγα. Είμαι σίγουρη ότι δεν θα θέλατε καταγραφή ιστορικών και μνημειακών στοιχείων. Θα προτιμήσω να σας μιλήσω για τις διαδρομές και τις εμπειρίες.
Τελικός προορισμός για τη διαμονή είναι το Οίτυλο, το Νέο Οίτυλο, το Καραβοστάσι κοντά στην Αρεόπολη δηλαδή στη Μέση Μάνη. Ξεκινώντας από την Αθήνα, δεν είχα ξεκαθαρίσει στο μυαλό μου γιατί πρέπει να αναφέρω τρεις διαφορετικές ονομασίες για να προσδιορίσω που είναι ο προορισμός. Πρόκειται για τρεις οικισμούς που αποτελούν έναν δήμο.
Για τη διαδρομή δεν χρειάζεται ο ταξιδιώτης να μπει στη Σπάρτη. Με λύπη προσπερνώ και το αγαπημένο Γύθειο. Το τοπίο είναι γεμάτο ελιές, πικροδάφνες και φραγκόσυκα. Σε λιγώνει η μυρωδιά από τη ρίγανη και το θυμάρι. Ο δρόμος αρκετά στενός αλλά «αξιοπρεπής» με οδηγεί προς την Αρεόπολη.
Ξαφνικά όμως, πριν την Αρεόπολη, μία μικρή ταμπελίτσα δείχνει «Νέο Οίτυλο». Ο δρόμος είναι τόσο στενός που, νομίζω δικαίως, ο ταξιδιώτης απορεί «Πού πάω?» Η κατάσταση της ασφάλτου είναι τέτοια που υποπτεύομαι ότι πήρα λάθος δρόμο. Κι όμως η θέα του Οίτυλου από ψηλά με ανταμείβει. Ξανά ρωτώ: «Πού πάω?» αλλά αυτή τη φορά εννοώντας πως κατευθύνομαι προς τον παράδεισο. Απέραντο γαλάζιο και η αγριάδα του τοπίου. Από ψηλά διακρίνονται και οι μικροί οικισμοί: Οίτυλο, Καραβοστάσι και το Νέο Οίτυλο. Από ψηλά διακρίνονται μετά βίας και οι ψαρόβαρκες αραγμένες στο λιμανάκι στο Καραβοστάσι. Στροφές. Ξερά χόρτα δεξιά και αριστερά. Μήπως έπρεπε να έχω περάσει από την Αρεόπολη πρώτα για να βρούμε πιο βατό δρόμο? «Ναι, έπρεπε. Αμάν κάτι λακκούβες». Πλησιάζω όμως σιγά-σιγά προς τον παράδεισο.
Στο τέλος του δρόμου πάλι μπορεί να μπερδευτεί ο ταξιδιώτης: Πρέπει να προχωρήσω προς Νέο Οίτυλο ή προς Καραβοστάσι? Το ένστικτο λέει προς Νέο Οίτυλο. Λάθος λέει το ένστικτο, όμως δεν έχει σημασία. Στο λιμανάκι με τις ψαροταβέρνες παίρνω την πληροφορία για τον προορισμό μου. Σε λίγο βρίσκομαι στο Καραβοστάσι. Όνομα και πράμα. Κι εγώ άλλο ένα καραβάκι που βρήκε απάγγειο λιμάνι. Ο καιρός βοηθά: γαλήνη με ένα ελαφρύ αεράκι ίσα-ίσα να μην καίγεσαι στην κάψα του μεσημεριού. Η θάλασσα όμορφη μόνο από μακριά. Από κοντά θα δεις τα φύκια. Σου δίνει την εντύπωση ότι δεν είναι καθαρή.
Το φόντο πέτρα. Φροντίδα με πέτρα, γραφικότητα με πέτρα, αρχιτεκτονική με πέτρα, βουνά με πέτρα. Το βασίλειο της πέτρας.
Την επόμενη ημέρα ξεκινούν οι περιηγήσεις στην περιοχή. Πρώτος προορισμός το Ταίναρο με στάσεις στον Γερολιμένα, στη Βάθεια και το Μαρμάρι. Άραγε να φτάσω στη μύτη του ακρωτηρίου και να περπατήσω μέχρι την άκρη του Ταίναρου για να αγναντέψω τα καράβια που περνούν, όπως μου είπε ο Στρατής? Η ιδέα με τρομάζει: η ζέστη του Ιουλίου δεν είναι καλός σύμμαχος. Η σωφροσύνη λέει ότι μπορεί να είναι λάθος επιλογή. Και πράγματι, με το άγχος της περιπέτειας προσπερνώ προσωρινά τον Γερολιμένα, τη Βάθεια και το Μαρμάρι για να φτάσω πρώτα στο Ταίναρο πριν αγριέψει ο ήλιος. Οι πινακίδες είναι κατατοπιστικές αλλά το τοπίο άγριο. Αν είσαι μόνος ανάμεσα σε πέτρες κοφτερές που ένα ανθρώπινο χέρι κατάφερε να τις κάψει σε προηγούμενες πυρκαγιές, τρομάζεις. Νιώθεις πιο ασφαλής μέσα στις λαμαρίνες του αυτοκινήτου παρά στον αέρα του υπαίθρου. Λιποψυχείς. Είσαι ασήμαντος εδώ, απροστάτευτος, ευάλωτος. Το Ακροταίναρο δεν θα το δεις. Η λογική λέει ότι δεν χρειάζεται να πεθάνεις εδώ. Στο κάτω-κάτω μπορείς να πεθάνεις κι αλλού!
Παίρνω τον δρόμο προς τα πίσω, προς βορρά. Τώρα σταματώ και στις άλλες τοποθεσίες που είχα προσπεράσει. Μαρμάρι: απέραντη παραλία. Λίγες ομπρελίτσες, καυτή άμμος, ήρεμη θάλασσα. Το μελτέμι έχει σνομπάρει για δεύτερη χρονιά την Ελλάδα. Ο τόπος καίει. Ωραία τα πόστερ αλλά χρειάζεσαι δροσιά, σκιά, νερό, παγωμένο κρασί.
Έτσι φεύγω και προχωρώ ως τη Βάθεια. Από παλαιότερο μου ταξίδι στη Βάθεια θυμόμουνα την προσπάθεια του ΕΟΤ για να αναστηλωθούν οι παλιοί πύργοι των πειρατών και να γίνουν όμορφα καταλύματα. Θα ερχόσουν να μείνεις εδώ στην αγριάδα? Ίσως γι’ αυτό εγκαταλείφθηκαν.
Αυτό που με κέρδισε είναι ο Γερολιμένας, η χώρα των Λαιστρυγόνων. Ο Γερολιμένας της Σταυρούλας. Προστατευμένο λιμανάκι. Όμορφος γραφικός – ελληνικός – κολπίσκος. Η παραλία του με μεγάλες ολόασπρα βότσαλα. Η Σταυρούλα μου την είπε Χαλικιά. Ο ήλιος τις γδέρνει αλύπητα κι αυτές παίρνουν την εκδίκησή τους στέλνοντας πίσω σε ένοχα και αθώα κορμιά τη ζέστη και το φως. Μετά από τη διαδρομή, εδώ θα βρεις την απανεμιά για να ξεκουραστείς. Μπορείς να μείνεις όλη την ημέρα, δίπλα στη θάλασσα, ακούγοντας το κυματάκι. Άλλωστε το μεσημέρι οι λιγοστοί ντόπιοι θα εγκαταλείψουν την παραλία και θα μείνεις μόνος, εσύ, τα βότσαλα και τα πράσινα νερά του κόλπου.
Ο δεύτερος προορισμός στην παραμονή μου στη Λακωνική Μάνη θα είναι προς τον βορρά προς την Καρδαμύλη στη Μεσσηνιακή Έξω Μάνη. Το περίεργο είναι ότι αυτή η μικρή πόλη έχει ένα δικό της μανιάτικο αέρα μπερδεμένο με αέρα νεοκλασικό. Διαφέρει. Θες να είναι το πράσινο? Θες να είναι τα κεραμίδια στα σπίτια? Θες η κρυμμένη παραλία του Φονέα που άλλωστε την προτιμούν και οι ίδιοι οι ντόπιοι?
Για να πας στον Φονέα – και να μην νιώθεις ότι κολυμπάς στον «Φονιά» - χρειάζεται προετοιμασία: να προλάβεις να βρεις χώρο στη φυσική σκιά που δημιουργούν οι βράχοι. Αποζημιώνεσαι όμως και από τα νερά του: πράσινα, σμαραγδένια. Και στη μέση του κόλπου ένας άγριος βράχος που δεσπόζει. Άραγε αυτός να είναι ένας πετρωμένος φονιάς που τον κεραυνοβόλησε ο Δίας, αφού έσφαξε τον εραστή της μικρής του ερωμένης? Ή ο γιος που τον καταράστηκε η μάνα του αφού σκότωσε τον αδερφό του? Η φαντασία οργιάζει.
Λίγα χιλιόμετρα πιο νότια η Στούπα μαζί με την παραλία της Καλογριάς με τα ήπια ρηχά νερά της περιμένει να αγκαλιάσει τις οικογένειες. Ιδανικό μέρος, λοιπόν, για οικογενειακές διακοπές και πιο τουριστικό.
Δεν θα μπορέσω να αντισταθώ σε μια επίσκεψη στο γραφικό Γύθειο, που είχα αγαπήσει σε παλιότερες εκδρομές. Η πρώτη φορά που θα το επισκεφτώ σε αυτή την περιήγησή στη Μάνη θα γίνει απόγευμα, δείλι. Ήταν η ώρα που όλα παίρνουν ροζ χρώμα. Το ύφος της πόλης θυμίζει νησί με τα νεοκλασικά κτίρια και το λιμάνι της. Το ξενοδοχείο Ακταίον έχει κηρυχθεί διατηρητέο. Όμορφο όμως και το Δημαρχείο της πόλης από τον Τσίλερ. Χαίρομαι για την προσπάθεια που έκαναν οι επιχειρηματίες στον παραλιακό δρόμο. Έχουν προσεγμένα τραπεζομάντιλα με φαναράκια και λουλούδια σε βάζα στις ταβέρνες και τις καφετέριες. Χαίρομαι που η εξυπηρέτηση γίνεται με χαμόγελο. Χαίρομαι που οργανώνουν με τον ΣΚΑΙ δράση για το καθάρισμα της παραλίας στο Μαυροβούνι – όχι, παιδί μου, στο Monte Negro – στο Μαυροβούνι, την κοντινότερη στο Γύθειο παραλία. Μετά το καφεδάκι δίπλα στη θάλασσα δίνω την υπόσχεση: θα ξανάρθω. Θέλω να ξαναδώ και το Μαραθονήσι που μυρίζει μάραθο και στην άκρη του αναβοσβήνει ο φάρος.
Και το έκανα πολύ σύντομα. Ο συνδυασμός περιλάμβανε ψώνια στο Γύθειο, καφεδάκι και μετά μπάνιο στο Βαθύ.
Από τις διαδρομές που στη Μάνη, αυτό που άφησε πικρή γεύση ήταν το Σκουτάρι, με τις παραλίες του «Καλαμάκια», «Άγκυρα» και μία-δύο ακόμη. Ίσως έφταιξε ότι η εκδρομή στο Σκουτάρι και στις παραλίες του έγινε Κυριακή. Δεν βρήκα εκεί ούτε τα χαμόγελα στην εξυπηρέτηση ούτε την ποιότητα. Βρέθηκα ξανά πίσω σε μια πραγματικότητα με αγχωμένους εγωιστές μικροαστούς, φωνακλάδες Νεοέλληνες. Αυτά όλα με έκαναν να τρέξω πίσω στο Οίτυλο και την ησυχία του. Θα του δώσω άλλη μια ευκαιρία στο μέλλον τουλάχιστον για μια περιήγηση στην ιστορικότητά του.
Δίπλα στο Οίτυλο και την Αρεόπολη το επίνειο της είναι το Λιμένι. Το χωριό των Μαυρομιχαλαίων. Ευτυχώς και ο πύργος του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη έχει αναστηλωθεί αλλά και ολόκληρο το χωριό αποπνέει την πολιτιστική κληρονομιά της Μάνης. Η γραφικότητά του έχει μαγνητίσει χιλιάδες ερασιτέχνες και επαγγελματίες φωτογράφους.
Αρεόπολη. Όταν τη γνώρισα, δεν πίστευα στα μάτια μου. Διατηρητέος οικισμός πια το κέντρο της πόλης σε καταπλήσσει με τα καλντερίμια και λιθόστρωτα σοκάκια. Κλασικό παράδειγμα της αυστηρής αρχιτεκτονικής και της μανιάτικης εσωστρέφειας με ελάχιστες νεοκλασικές πινελιές. Δεν είναι τυχαίο που έκτισαν εδώ οι Μανιάτες την πόλη, για να προστατεύονται από τους κουρσάρους. Δύο οι πλατείες της πόλης, η Πλατεία Αθανάτων (χαιρετώ τη φιλόξενη οικογένεια Καλαντώνη) και η ιστορική Πλατεία της Επανάστασης στο κέντρο της πόλης. Στην Πλατεία Αθανάτων ανακάλυψα και ένα ασυνήθιστο βιβλιοπωλείο, την «Αδούλωτη Μάνη» κυρίως με παλιά βιβλία και χάρτες.
Το βράδυ η πόλη ζωντανεύει με τα μπαράκια της. Περίεργε ταξιδιώτη, μην κάνεις το λάθος να μπεις με το αυτοκίνητο στην πόλη. Τα σοκάκια είναι εχθρικά για τους τέσσερις τροχούς. Δεν σε έπεισα? Να το πω με άλλα λόγια: Μπορεί να μπεις αλλά δεν θα μπορείς να βγεις από τον δαίδαλο των στενών δρόμων. Φιλόξενη γωνιά το «Aula» για τον κουρασμένο ταξιδιώτη και τη βροχερή ημέρα του Σεπτεμβρίου.
Και στο τέλος-τέλος, αυτό που μου έμεινε είναι οι χαρούμενοι και εξυπηρετικοί Μανιάτες. Αν νομίζετε ότι θα βρείτε τους άγριους και αιμοδιψείς Μανιάτες που μας έχουν περιγράψει από τα παλιά χρόνια, κάνετε λάθος. Οι νέοι Μανιάτες έχουν τη διάθεση να βοηθήσουν, να εξυπηρετήσουν και κυρίως να χαμογελάσουν. Τους ευχαριστώ για τη φιλοξενία στην πατρίδα τους.